O φόβος είναι ένα από τα βασικά συναισθήματα του ανθρώπου που προκαλείται από την συνειδητοποίηση ενός πραγματικού ή πλασματικού κινδύνου, μιας απειλής. Είναι μία φυσιολογική αμυντική αντίδραση του οργανισμού η οποία προκαλείται είτε αυθόρμητα είτε ως αποτέλεσμα σκέψεων. Είναι σημαντικό να τονίσουμε την διαφορά ανάμεσα στον φόβο και το άγχος, καθώς με αυτό περιγράφουμε μία κατάσταση η οποία περιλαμβάνει και συναισθήματα όπως ο φόβος αλλά αναφέρεται σε μία γενικότερη κατάσταση του οργανισμού.
Ο φόβος αποσκοπεί να μας προστατεύσει από μία απειλή, έτσι «ενεργοποιεί» την κατάσταση του άγχους προκειμένου να είμαστε σε ετοιμότητα να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο.
Οι αιτίες διακρίνονται σε εξωτερικές και εσωτερικές, αν και συνήθως βρίσκονται σε αλληλεπίδραση.
Ο φόβος λοιπόν μπορεί να προκαλείται από εξωτερικές καταστάσεις. Για παράδειγμα μπορεί να αντιλαμβάνομαι ότι στο εργασιακό μου περιβάλλον υπάρχει κίνδυνος απόλυσης και φοβάμαι ότι θα χάσω τη δουλειά μου.
Μπορεί όμως να προκαλείται και από εσωτερικές καταστάσεις όπως οι σκέψεις που κάνουμε και ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε το περιβάλλον μας. Για παράδειγμα, πρόκειται να δώσω εξετάσεις και αν αποτύχω πιστεύω ότι θα απογοητεύσω τους δικούς μου ανθρώπους. Αυτή η σκέψη μπορεί να μας προκαλέσει το συναίσθημα του φόβου και να προκαλέσει μία κατάσταση άγχους. Έτσι, επειδή φοβάμαι, σκέφτομαι πιο απαισιόδοξα για ένα πρόβλημα π.χ στη δουλειά μου ή στις διαπροσωπικές μου σχέσεις.
Πρόκειται λοιπόν για μία αλυσίδα συναισθημάτων, σκέψεων και αντιδράσεων που μερικές φορές μας παγιδεύουν σε έναν φαύλο κύκλο που δυσκολευόμαστε να σπάσουμε.
Ο φόβος, παρόλο που θεωρείται ένα δυσάρεστο και έντονο συναίσθημα, λειτουργεί ως μηχανισμός επιβίωσης και προστασίας. Αν δεν υπήρχε το συναίσθημα του φόβου, ο άνθρωπος δε θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί τους κινδύνους που τον απειλούν και θα ήταν ανίσχυρος να προστατεύσει τον εαυτό του και τη ζωή των άλλων. Όμως, ενώ ο φόβος είναι χρήσιμος, η φοβία είναι μια δυσάρεστη (συναισθηματικά) και άκρως δυσλειτουργική (ως συμπεριφορική αντίδραση) κατάσταση, που παγιδεύει το άτομο, περιορίζοντας τη ζωή του και χωρίς πραγματικά να την προστατεύει, όπως γίνεται στην περίπτωση του φόβου.
Πότε ο φόβος γίνεται φοβία;
Η κύρια λοιπόν διάκριση μεταξύ του φόβου και της φοβίας έγκειται στο ότι ο φόβος είναι μία φυσιολογική και αναμενόμενη αντίδραση απέναντι σε έναν πραγματικό κίνδυνο ή μία ορατή απειλή, ενώ η φοβία είναι μία υπερβολική αντίδραση φόβου, καθαρά υποκειμενική και εντελώς δυσανάλογη με το μέγεθος του πραγματικού κινδύνου ή της επικείμενης απειλής .
Με άλλα λόγια, στη φοβία δεν υπάρχει αντικειμενικός, πραγματικός κίνδυνος κατά της ζωής του ατόμου, απλώς το ίδιο το άτομο αντιδράει ακριβώς σα να απειλείται η ζωή του. Σε αυτή την περίπτωση, όπου υποκειμενικά αξιολογούμε μία κατάσταση ως απειλητική, ο φόβος που πυροδοτείται και οι σωματικές αντιδράσεις ξεφεύγουν από τη φυσιολογική λειτουργία του άγχους, εκδηλώνονται πλέον ως φοβία. Η φοβία λοιπόν, είναι το παθολογικό άγχος που εκδηλώνεται αποκλειστικά σε συνάρτηση με συγκεκριμένες περιστάσεις ή αντικείμενα.
Στην περίπτωση των φοβιών αλλά και του άγχους, έχει πολύ μεγάλη αξία να αντιληφθούμε ότι δεν είναι τα φοβικά -εξωτερικά αντικείμενα αυτά καθαυτά που μας προκαλούν φόβο και άγχος, όσο ο τρόπος που εμείς τα αντιμετωπίζουμε, σκεπτόμενοι πάνω σε αυτά και αντιδρώντας ανάλογα. Για παράδειγμα, αν εγώ πρόκειται να κάνω ένα ταξίδι με το αεροπλάνο, και σκέπτομαι όλη την ώρα ότι το αεροπλάνο που θα ταξιδέψω μπορεί να πάθει κάποια βλάβη και να πέσει, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να αγχωθώ ακόμα περισσότερο.
Πώς επηρεάζεται η ζωή μας όταν ο φόβος ξεπερνάει τα όρια του φυσιολογικού;
Έτσι, η καθημερινότητα μας επηρεάζεται σημαντικά με αποτέλεσμα δραστηριότητες που κάποτε προκαλούσαν ικανοποίηση, να μοιάζουν όλο και πιο δύσκολες. Το αποτέλεσμα δυστυχώς είναι περιορισμός της ζωής εξαιτίας της αποφυγής και η μείωση της ποιότητας της διάθεσης και της αυτοεκτίμησης.
Όσον αφορά τις διαπροσωπικές μας σχέσεις, σίγουρα επηρεάζονται κυρίως δυσάρεστα, καθώς οι φοβίες μας κάνουν όλο και πιο άκαμπτους στην συμπεριφορά μας και κάποιες φορές οδηγούν στην απομόνωση την οποία το ίδιο το άτομο μπορεί να επιβάλλει στον εαυτό του, ώστε να μην εκθέτει τις ευάλωτες πλευρές του στους γύρω του. Συναισθήματα ντροπής, θυμού ή απόγνωσης συχνά συνυπάρχουν, ειδικά όταν το άτομο προβαίνει σε σύγκριση ανάμεσα στον εαυτό πριν να αποκτήσει τις φοβίες και μετά. Επιπλέον, οι κοντινοί μας άνθρωποι μπορεί να δυσκολεύονται να διαχειριστούν την κατάσταση και να μην δείχνουν την απαραίτητη κατανόηση ή να νιώθουν αμηχανία καθιστώντας τους μερικές φορές μη βοηθητικούς.
Τους φόβους μας πρέπει πρώτα να τους αναγνωρίσουμε για να μπορέσουμε να τους απομυθοποιήσουμε και να τους αντιμετωπίσουμε.
Δεν είναι ντροπή ούτε ένδειξη αδυναμίας χαρακτήρα για κάποιον να φοβάται. Ωστόσο, προκειμένου να αναγνωρίσουμε έναν φόβο πρέπει να είμαστε σε επαφή με τον εαυτό μας και να «ακούμε» τα συναισθήματα μας
Πώς οι συνθήκες της κρίσης εντείνουν τους φόβους μας;
Στην κατάσταση της κρίσης οι άνθρωποι βιώνουν συναισθήματα ντροπής, ενοχής και φόβου όχι μόνο για την απώλεια της προσωπικής περιουσίας και των εισοδημάτων τους αλλά και για την απώλεια της κοινωνικής τους θέσης και την αβεβαιότητα για το μέλλον. Συνεπώς αυτό δημιουργεί όλο και πιο στρεσσογόνες συνθήκες κάτω από τις οποίες πρέπει να ανταποκριθούμε και επιβαρύνει τις ήδη υπάρχουσες δυσκολίες.
Υπάρχει ακόμα και ο φόβος της επιβίωσης ο οποίος είναι πιο δύσκολα διαχειρίσιμος γιατί είναι καθημερινός ενώ ο κίνδυνος απώλειας των λίγων αγαθών είναι υπαρκτός και συνδέεται με άλλα ζητήματα όπως η απώλεια της κοινωνικότητας, το αίσθημα του «άχρηστου» κτλ.
Μια επιπλέον δυσκολία στη διαχείριση έχει να κάνει με το γεγονός, τα χρήματα και ο χρόνος δεν περισσεύουν για να απευθυνθεί κανείς σε κάποιον ειδικό για να ζητήσει βοήθεια στην αντιμετώπιση του άγχους ή των φοβιών του όταν αυτό απαιτείται.
Άλλωστε μιλάμε για μία πρωτόγνωρη κατάσταση για πολλούς ανθρώπους οι οποίοι είχαν προγραμματίσει την ζωή τους με βάση τα δεδομένα που υπήρχαν πριν την κρίση.
Οι άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον όπου έμαθαν σε αυτό το οικογενειακό περιβάλλον ότι η συνέπεια στις υποχρεώσεις τους είναι μία σημαντικότατη αξία, βιώνουν φόβο και άγχος, καθώς νιώθουν ότι η εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους ως «αξιοπρεπείς», απειλείται να καταρρεύσει, εφόσον δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα.
Ωστόσο ο παθολογικός φόβος, μας καθιστά δυσλειτουργικούς και στη χειρότερη περίπτωση μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες συμπεριφορές και καταστάσεις.
Η ύφεση, η ανεργία, οι μειώσεις εισοδημάτων και η διόγκωση της φτώχειας επιδείνωσαν τις συνθήκες διαβίωσης, ενέτειναν τα προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας και αύξησαν τα ποσοστά των αυτοκτονιών και της θνησιμότητας. Έχει αποδειχτεί ιστορικά ότι σε περιόδους κρίσης όπου η κοινωνική συνοχή απειλείται, δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για ακραίες πρακτικές οι οποίες τελικά εκτονώνουν τον θυμό και την απόγνωση αλλά οδηγούν σε επικίνδυνες καταστάσεις και δίνουν συχνά πλασματικές λύσεις. Είναι στιγμές που δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από τα συναισθήματα μας αλλά να προτάσσουμε την κριτική μας σκέψη ώστε να αξιολογούμε σωστά τις περιστάσεις.
Κάποιες φορές βέβαια τα αίτια μίας φοβίας μπορεί να κρύβουν βαθύτερα ζητήματα που αγγίζουν ανασφάλειες, εμπειρίες-τραυματικές ή όχι- που δεν έχουμε επεξεργαστεί επαρκώς αλλά και υπαρξιακές αναζητήσεις. Εκεί βρίσκεται η συμβολή του ειδικού, να διευκολύνει τον άνθρωπο που υποφέρει να φτάσει στην καρδιά του προβλήματος προσφέροντας κάτι παραπάνω από μία ανακούφιση.
Επίσης, αν υποφέρουμε από παθολογικό άγχος τις περισσότερες φορές αναγνωρίζουμε ότι ο φόβος που αισθανόμαστε είναι υπερβολικός ή παράλογος, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να σταματήσουμε να τον νιώθουμε, οπότε στενοχωριόμαστε και χάνουμε την λειτουργικότητά μας σε διάφορους τομείς όπως στην εργασία σου, στις κοινωνικές και διαπροσωπικές σου σχέσεις.
Αν παρατηρούμε ότι τα πράγματα δεν γίνονται καλύτερα, ότι η δυσφορία μας παραμένει σταθερή ή αυξάνει, ότι η ζωή μας έχει υποστεί σημαντικούς περιορισμούς, τότε χρειάζεται να επισκεφτούμε κάποιον ειδικό.
Μην αναβάλλετε συνέχεια, ο χρόνος είναι γιατρός όταν παρατηρείται μείωση των συμπτωμάτων. Στην αντίθετη περίπτωση (σταθερά άσχημη κατάσταση ή αυξανόμενη δυσκολία), ο χρόνος είναι εχθρός, καθώς βοηθά στην εγκατάσταση και χρονιότητα της διαταραχής.
Ελένη Κολτσίδα. Ψυχολόγος, Σύμβουλος προσωποκεντρικής προσσέγγισης.